Μερικές σκέψεις ενόψει του επερχόμενου Συνεδρίου των Οικολόγων Πράσινων και την πολιτική οικολογία συνολικά στο ναδίρ…
Το ελληνικό πράσινο κίνημα βρίσκεται στην πιο κρίσιμη καμπή του μετά την από δεκαετίας επανενδυνάμωση του. Σε συνθήκες όξυνσης της πολιτικής-κομματικής αντιπαράθεσης εν μέσω βαθιάς κρίσης δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστο, αν και η ρευστοποίηση της πολιτικής επιρροής του δεν ήταν εκ των προτέρων δεδομένη.
Οι φετινές διπλές εθνικές εκλογές ακύρωσαν τις ελπίδες των Οικολόγων Πράσινων για εκπροσώπηση τους στην ελληνική Βουλή. Αποτέλεσμα, το ξέσπασμα εσωκομματικής κρίσης εδραιωμένης τόσο στο έδαφος των προσωπικών αντιπαραθέσεων όσο και σε πραγματικές διαφορές ιδεολογικοπολιτικού χαρακτήρα.
Εκπρόσωποι άλλων πράσινων πτυχών του οικολογικού κινήματος έχουν ενταχθεί στα κόμματα της ευρύτερης αριστεράς ή εξακολουθούν να υπάρχουν κοινωνικά απομονωμένοι, μένοντας στο περιθώριο της σημερινής πολιτικής ατζέντας, ακόμα κι αυτής των ίδιων των κομμάτων τους. Κι αυτό, κυρίως, λόγω της μονοπώλησης της πολιτικής αντιπαράθεσης από την περί μνημονίων συζήτηση και την κατά κανόνα φοβική διαχείρισή της συνολικότερα από το πράσινο κίνημα.
Το σημαντικότερο, η αναγκαιότητα προώθησης παραγωγικών προτύπων και πρακτικών οικολογικής προσέγγισης και βιώσιμης ανάπτυξης έχουν περάσει στο περιθώριο του δημόσιου διαλόγου με αφορμή την κρίση, αντί η κρίση να αξιοποιηθεί για την κατίσχυση ενός ριζικά νέου παραγωγικού μοντέλου.
Εντός του πράσινου κινήματος, όμως, υπάρχει και ένα αμιγώς ιδεολογικής υφής ζήτημα. Αυτό συνίσταται στις δύο ριζικά διαφορετικές όψεις του, την ριζοσπαστική πολιτική οικολογική και την πιο φιλελεύθερη και θεσμική/εργαλειακή προσέγγιση.
Η μέχρι τώρα μη απόδραση από τη βαλτώδη κατάσταση του διαιωνιζόμενου πράσινου ιδεολογικού ζητήματος αποτελεί ως ένα βαθμό και αιτία της κατ’ ουσίαν προσωποποίησης συχνά – πυκνά «εμφύλιων» διαμαχών στον πολιτικοοικολογικό και περιβαλλοντικό χώρο. Η απόκτηση ειδικότερης πολιτικής ταυτότητας αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο στοίχημα για το ελληνικό πράσινο κίνημα συνολικά.