Τουλάχιστον ως αλλοπρόσαλλη μπορεί να χαρακτηριστεί η τακτική της εσπευσμένης δίωξης του δημοσιογράφου Κ. Βαξεβάνη για τη δημοσίευση ονομάτων της «λίστας Λαγκάρντ». Το ίδιο περίπου ακατανόητη είναι και η σπουδή εξοβελισμού από την ΕΡΤ των δημοσιογράφων Αρβανίτη και Κατσίμη επειδή… «τόλμησαν» να κριτικάρουν τη στάση υπουργού σε άσκηση κυβερνητικών καθηκόντων ή ακριβέστερα άστοχων εκτιμήσεων του για την έκβαση του ζητήματος διάπραξης αξιόποινων πράξεων του κρατικού μηχανισμού έναντι μεταναστών. Με αυτά τα συμβάντα, τίθεται από σειρά πολιτικών φορέων και προσώπων, έγκυρων διεθνών μέσων ενημέρωσης ανεπτυγμένων χωρών και πολιτών από όλο τον κόσμο ευρύτερο ζήτημα αυταρχικής λειτουργίας του κράτους έναντι του Τύπου.
Όλα αυτά φέρνουν σε ακόμα δυσκολότερη θέση την ήδη βαλλόμενη χώρα! Αν η κυβέρνηση δεν αναθεωρήσει σε κεντρικό επίπεδο τη στάση της, το κόστος σε επίπεδο διεθνούς εικόνας της χώρας και ό,τι αυτό συνεπάγεται, αναμένεται ιδιαίτερα υψηλό, σε περίοδο που δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο και κατά καμία έννοια η πολυτέλεια για κάτι τέτοιο.
Ο τραγέλαφος της σύλληψης Βαξεβάνη
Σε ό,τι αφορά στην έμπνευση για σύλληψη του Κ. Βαξεβάνη, από όπου κι αν προήλθε, εκτός από απαράδεκτη και σαφές δείγμα τρικοσμικής λειτουργίας της χώρας στα θέματα ελευθερίας του Τύπου, κατέστη εμφανές ότι ήταν επίσης και εντελώς άκομψη και άστοχη. Πράγματι, ορθά όπως καταγγέλθηκε από την πλειοψηφία κομμάτων και προσωπικοτήτων της αντιπολίτευσης, παρατηρήθηκε το οξύμωρο της αναζήτησης για ποινικό έλεγχο του δημοσιογράφου που αποκάλυψες μέρος του περιεχομένου της «λίστας Λαγκάρντ», σύμφωνα με την έμπιστη κατά αυτόν πηγή του, αντί της αναζήτησης των ευθυνών όσων με διάφορα τερτίπια έκρυβαν ή και εξακολουθούν να κρύβουν τη λίστα, όχι μόνο από την κοινή γνώμη – σε περίπτωση που ως υπόθεση εργασίας και μόνο δεχθούμε το σκεπτικό της δίωξης του κ. Βαξεβάνη για αδικαιολόγητη αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων – αλλά κι από τις ίδιες τις αρμόδιες φορολογικές και εν γένει κρατικές αρχές.
Από την άλλη πλευρά, σε ό,τι αφορά καθεαυτή την αποκάλυψη του επιφανούς δημοσιογράφου, παρά την τόλμη του να δώσει στη δημοσιότητα, αυτά που του ενεχυριάστηκαν ως ονόματα της εν λόγω λίστας έπρεπε να συνοδεύονται κι από τα αντίστοιχα ποσά που όπως υποστηρίζει επίσης διαθέτει. Η, δε, δικαιολόγηση της μη απελευθέρωσης στη δημοσιότητα και των ποσών κάθε προσώπου – που αφορά επίσης στην προστασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων – δε μοιάζει ιδιαίτερα πειστική, είτε έτσι την αντιλαμβάνεται ο ίδιος είτε η κίνησή του εντάσσεται σε κάποιου είδους, ακόμα και για θεμιτούς σκοπούς, τακτική.
Αυτό αποδείχθηκε άλλωστε κι εκ των πραγμάτων, από την ούτως ή άλλως πραγματοποιηθείσα τελικώς δίωξή του, με αφορμή ό,τι επικαλέστηκε ο κ. Βαξεβάνης ότι επιχείρησε να αποφύγει. Ορθότερο φαίνεται, δηλαδή,σε βάση καλής πρακτικής δημοσιογραφικής λειτουργίας, η από την αρχή καλή στάθμιση των δεδομένων και η τελική απόφαση για δημοσιοποίηση ενός στοιχείου ή μη και σε περίπτωση που η σχετική απόφαση καταλήγει θετική, το στοιχείο χρήσιμο και αναγκαίο είναι να αποδίδεται στο κοινό και ευρύτερα στην κοινωνία ατόφιο, στη μορφή που εξαρχής ο δημοσιογράφος το έχει λάβει στα χέρια του.
«Χασάπη γράμματα»…
Για το θέμα της καρατόμησης των Αρβανίτη – Κατσίμη, ό,τι και να πει κανέις είναι λίγο. Κρίμα! Και σε αυτή την περίπτωση, ο χαρακτηρισμός τέτοιων ενεργειών στον τομέα του Τύπου ως τρικοσμικών φαντάζει αναγκαστικά εξαιρετικά αδύναμος. Αποτελεί το λιγότερο ντροπή η ΕΡΤ να ενεργεί ως «μεσαιωνικό αφεντικό» που δεν αναγνωρίζει τη δημοσιογραφία ως απαραίτητη λειτουργία στοιχειώδους ελέγχου των αντιλήψεων, συμπεριφορών και κατά καιρούς πράξεων της εξουσίας σε μια ακόμα και ενός ελάχιστου μέσου όρου δημοκρατικά δεδομένη πολιτεία, όπως στην προκειμένη περίπτωση των αστειοτήτων Δένδια περί καταμήνυσης του έγκριτου και παραδοσιακά προοδευτικού Guardian.
Διπλό κρίμα που η ενέργεια αυτή, από όποιον κι αν τελικά εκπορεύτηκε, εκτελέστηκε από άνθρωπο που κι αυτός φέρει τη δημοσιογραφική ιδιότητα, καθώς το να αναφερθεί ως συνάδελφος των μέχρι στιγμής καρατομηθέντων ή έστω τοποθετημένων στο «ψυγείο» της κρατικής τηλεόρασης θα ήταν υπερβολή. Άξια λόγου η παρέμβαση της ΔΗΜΑΡ υπέρ της «άμεσης ανάκλησης» της τραγικής απόφασης που εκθέτει συνολικά τη χώρα, αλλά θα μείνει άνευ αντικρίσματος αν δεν επιμείνει το συγκεβερνών κόμμα η απαίτησή της να γίνει πράξη.
Απαγορευτικές και επιζήμιες οι πληγές στο δημοκρατικό προφίλ της χώρας
Οι καιροί είναι και δύσκολοι και πονηροί. Περιθώρια και πολυτέλειες για άγρια έκθεση της χώρας διεθνώς για τα καπρίτσια διάφορων αξιωματούχων που στα μάτια των πιστών υφισταμένων τους μοιάζουν πανίσχυροι δεν υπάρχουν ούτε κατά διάνοια.
Εάν η κυβέρνηση τρικομματικής συνεργασίας επιθυμεί τουλάχιστον να κατοχυρωθεί στη συνείδηση του κόσμου ως κατ’ ελάχιστο αξιόπιστη, εργαλείο σημαντικό για την αποστολή της έστω και με τους πολιτικούς όρους που την αντιλαμβάνεται η ίδια, οφείλει να επιδείξει άμεσα διαφορετική στάση τόσο στη διερεύνηση της υπόθεσης της απώλειας της «λίστας Λαγκάρντ» όσο και στη χοντροκομμένα φιμωτική πράξη της νέας διοίκησης της ΕΡΤ. Όπως, επίσης, και οι λειτουργοί της δημοσιογραφίας, πολύ περισσότερο υπό τις σημερινές συνθήκες της ευρύτερης κοινωνικής διακινδύνευσης, οφείλουν από την πλευρά τους να μένουν πιστότεροι στις γνωστές και διαδεδομένες διεθνώς πρακτικές άσκησης του λειτουργήματός τους, ώστε να ισχυροποιούν και τον αποκαλυπτικό τους λόγο, αποφεύγοντας τη δημιουργία θολούρας και περισσότερο ή λιγότερο ουσιαστικών ερωτηματικών, γύρω από πτυχές διαχείρισης της κάθε φοράς υπόθεσης δημόσιου ελέγχου για την οποία επιχειρούν να κάνουν κοινωνούς τους πολίτες.