«Προστατεύοντας τις ελληνικές θάλασσες, προστατεύουμε τη δική μας ζωή»
Η θάλασσα δεν είναι μια αστείρευτη πηγή αλιευμάτων. Έχει όρια τα οποία αν ξεπεραστούν το οικοσύστημα θα καταρρεύσει. Η υπεραλίευση με καταστροφικές, μη επιλεκτικές, μεθόδους αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τις ελληνικές θάλασσες.
Κάθε χρόνο, υπολογίζεται ότι πετιούνται στο απέραντο γαλάζιο περισσότεροι από 15.000 τόνοι ψαριών τα οποία θεωρούνται «μη δημοφιλή» καθώς δεν πιάνουν καλές τιμές στις ιχθυόσκαλες.Σύμφωνα με την οικολογική οργάνωση «Greenpeace», το 65% – 70% των εμπορικών ψαριών στην Ελλάδα, όπως η κουτσομούρα, ο μπακαλιάρος και ο ξιφίας, υπεραλιεύονται. Μάλιστα, πολλά από αυτά, σε μεγέθη μικρότερα του επιτρεπόμενου. Ένα κιλό ψιλές κουτσομούρες οι οποίες πωλούνται σήμερα στην αγορά, σε δύο χρόνια, αν τις αφήναμε να μεγαλώσουν, θα ζύγιζαν περίπου 50 κιλά.
«Ζούμε μια ψευδαίσθηση ότι η θάλασσα είναι μια ανεξάντλητη πηγή, από την οποία μπορούμε να παίρνουμε ό,τι και όσο θέλουμε… Ας αναρωτηθούμε όμως: από πού προέρχεται η κουτσομούρα που τρώμε στην ταβέρνα; Με ποιο τρόπο αλιεύθηκε και τι μας στοιχίζει πραγματικά το ψάρι αυτό;»
Το πρόβλημα βέβαια δεν αγορά μόνο τις ελληνικές θάλασσες αλλά γενικά το σύνολο της Ευρώπης. Στην Πολωνία, για παράδειγμα, ίσως να μη σερβίρεται σε λίγα χρόνια το παραδοσιακό πιάτο των Χριστουγέννων «Jesiotr Pieczony», δηλαδή οξύρρυγχος σε ξινή κρέμα. Ο οξύρρυγχος του Ατλαντικού, από τον οποίο παράγεται ακριβό χαβιάρι, έχει ήδη ταξινομηθεί ως απειλούμενο είδος. Μολονότι κάποτε υπήρχε σε αφθονία στις ευρωπαϊκές θάλασσες, συμπεριλαμβανομένων των χωρών της Βαλτικής, λόγω της εντατικής αλίευσής του κινδυνεύει να εξαφανιστεί. Αντίστοιχα, σπάνιος στα ευρωπαϊκά ύδατα έχει γίνει και ο άγριος σολομός, που κάποτε στη Γερμανία ονομαζόταν «ψάρι ψωμί», λόγω της αφθονίας του (λέγεται ότι οι υπηρέτριες ζητούσαν διαβεβαιώσεις από τα αφεντικά τους ότι δεν θα αναγκάζονται να τρώνε σολομό πάνω από δύο φορές την εβδομάδα). Σήμερα όμως ο σολομός εκτρέφεται κατά βάση σε ιχθυοκαλλιέργειες, καθώς ο άγριος σολομός θεωρείται ακριβή πολυτέλεια και πέρα από τις οικονομικές δυνατότητες των περισσοτέρων.
Παρά το καμπανάκι του κινδύνου, οι ευρωπαϊκές Αρχές διστάζουν να λάβουν δραστικά μέτρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα αλιευτικά όρια για τη Βόρεια Θάλασσα που είχαν θεσπιστεί από τους αρμόδιους υπουργούς για το 2011 υπερέβαιναν κατά 11% κατά μέσον όρο τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, ενώ τα όρια για την Ιρλανδική και Κελτική Θάλασσα και στα δυτικά της Σκωτίας ήταν 42% υψηλότερα από αυτά που συνιστούσαν οι επιστήμονες.
Επικίνδυνες τεχνικές
Ο πιο επικίνδυνος αλλά και ο πιο διαδομένος τρόπος μαζικής ψαριάς γίνεται με τις μηχανότρατες.
Πρόκειται στη ουσία για ένα τεράστιο δίχτυ που σύρεται από δύο συρματόσχοινα δεμένα σε δύο μεταλλικές πλάκες (πόρτες), οι οποίες ακουμπούν και ξύνουν τον πυθμένα διατηρώντας το δίχτυ ανοιχτό για να πιάσει τα ψάρια που βρίσκονται εκεί.
Με αυτόν τον τρόπο αδειάζει το βυθό και σπαταλά αλόγιστα τη θαλάσσια ζωή και το ψάρι μας. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι το 45% της ψαριάς της δεν φτάνει ποτέ στις ψαραγορές, γιατί δεν έχει επαρκή εμπορική αξία. Έτσι, οργανισμοί όπως ο γόνος, μη δημοφιλή ψάρια, κοράλλια κ.α. πετιούνται πίσω στη θάλασσα αμέσως μετά την αλίευσή τους, νεκρά. Παράλληλα, καταστρέφει ευαίσθητα θαλάσσια οικοσυστήματα, που χρειάστηκαν εκατοντάδες χρόνια για να δημιουργηθούν, όπως αποικίες κοραλλιών και λιβάδια Ποσειδωνίας. Οικοσυστήματα που αποτελούν καταφύγια και τόπο αναπαραγωγής για πολλά είδη ψαριών.
Αντιμετώπιση
Όσο πιο ορθή είναι η εκτίμηση των απειλών τόσο πιο εύκολη γίνεται η εξεύρεση λύσεων και τόσο πιο ισχυρό το κίνητρο συνεργασίας για την εφαρμογή τους. Το κλειδί της επιτυχημένης δράσης για την αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων είναι η χάραξη μιας σφαιρικής, ολιστικής θαλάσσιας στρατηγικής για τη Μεσόγειο και την Ευρώπη γενικότερα.
Δίχως έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό και διαχείριση, τα κράτη αρνούνται ή δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του αυξημένου ανταγωνισμού για θαλάσσιο χώρο στις παράκτιες περιοχές. Οι πολιτικές αλλά και τα μέτρα που θα παρθούν, πρέπει να βασίζονται σε ορθά επιστημονικά δεδομένα και διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Σ’ αυτό βασίζεται η ανάπτυξη πιο βιώσιμων πρακτικών και τεχνολογιών.
Πιο συγκεκριμένα η Ευρώπη πρέπει:
- Να σταματήσει την υπεραλίευση με μείωση του μεγέθους του αλιευτικού στόλου και απαγόρευση καταστροφικών και πολυδάπανων αλιευτικών μεθόδων, όπως το ψάρεμα με μηχανότρατες βυθού.
- Να υποστηρίξει ένα δίκτυο θαλάσσιων καταφυγίων, όπου θα απαγορεύεται η αλιεία και όπου τα ψάρια θα μπορούν να αναπαραχθούν με ασφάλεια, ανανεώνοντας τις περιοχές αλιείας.
- Να ακολουθήσει επιστημονικές συστάσεις για το πώς μπορούμε να έχουμε βιώσιμη αλιεία.
- Τέλος, να διασφαλίσει διαφάνεια στις αποφάσεις και τις επιδοτήσεις της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής της ΕΕ, ώστε να σταματήσουν οι φόροι μας να χρησιμοποιούνται για την επιδότηση της λεηλασίας των ωκεανών μας.