Στις ενετοκρατούμενες περιοχές της Ελλάδας είχαν τα καρνάγια, στις τουρκοκρατούμενες τους ταρσανάδες. Δύο λέξεις με διαφορετική γλωσσική ταυτότητα αλλά με ακριβώς το ίδιο νόημα. Τις παραθαλάσσιες εκείνες περιοχές στις οποίες κατασκευάζονταν, επιδιορθώνονταν και χρωματίζονταν μικρά (κυρίως ξύλινα) σκάφη.
Συγκεκριμένα, το καρνάγιο ή ταρσανάς αποτελεί δημώδη όρο της κοινής ναυτικής γλώσσας. Με τον όρο λοιπόν αυτό νοούνται τμήματα αιγιαλού εντός λιμένων ή όρμων τα οποία λόγω της ομαλής κλίσης τους επιτρέπουν την ανέλκυση και καθέλκυση μικρών σκαφών, περισσότερο ξύλινων, προκειμένου να υποστούν «καρναγιάρισμα» δηλαδή υφαλοκαθαρισμούς, υφαλοχρωματισμούς, καλαφατίσματα, παλαμίσματα κ.λπ. Ο όρος «καρνάγιο» αναπτύχθηκε, όπως αναφέραμε, κυρίως στις περιοχές που βρέθηκαν για πολύ καιρό ενετοκρατούμενες σε αντίθεση του αντίστοιχου όρου «ταρσανάς» που αναπτύχθηκε περισσότερο στις τουρκοκρατούμενες περιοχές.
Ενώ στην αρχή τα καρνάγια αποτελούσαν χώρους μόνο για μικρές επισκευαστικές κυρίως δραστηριότητες στη συνέχεια άρχισαν να ναυπηγούνται σε αυτά και μεγαλύτερα σκάφη. Έτσι μετά την απελευθέρωση και τη σύσταση του ελληνικού κράτους, οι πρώτες ναυπηγικές μονάδες ήταν τα μεγάλα καρνάγια της εποχής που βρίσκονταν στο Γαλαξίδι, τη Σύρο, τις Σπέτσες και στον Πόρο. Πολύ αργότερα άρχισαν να αναπτύσσονται επίσης και σε άλλα νησιά όπως στην Αίγινα και βεβαίως στον Πειραιά και ειδικότερα στη περιοχή του Περάματος.
Οι μικρές αυτές μονάδες συντέλεσαν δραστικά στο «ναυπηγικό θαύμα» που παρατηρήθηκε αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και συγκεκριμένα στη δημιουργία μιας αξιοπρόσεκτης ελληνικής ναυπηγικής υποδομής με άμεσο αποτέλεσμα η Ελλάδα να αποκτήσει τις μεγαλύτερες δεξαμενές της Μεσογείου και από τις μεγαλύτερες ναυπηγικές μονάδες του ίδιου χώρου.
Όταν ήρθε το σήμερα…
Σήμερα, η παραδοσιακή τέχνη της ξυλοναυπηγικής αλλά και οι τεχνίτες μάστορες εκλείπουν. Η οικονομική δυστοκία, η απουσία νέων ανθρώπων στο επάγγελμα, η έλλειψη ζήτησης και ο είσοδος των πλαστικών, οικονομικότερων σκαφών, έχουν οδηγήσει τα παραδοσιακά ναυπηγεία στο μαρασμό.
Ενδεικτικό για την μοίρα των μικρών αυτών ναυπηγιών είναι και το σχετικά πρόσφατο γεγονός με τα ιστορικά καρνάγια των Σπετσών. Το θέμα δημιουργήθηκε πριν από δύο καλοκαίρια όταν δόθηκε ένα τελεσίγραφο του Λιμενικού Σώματος στους ξυλοναυπηγούς των ταρσανάδων των Σπετσών, το οποίο τους διέταζε να διακόψουν αμέσως τις εργασίες τους και ν’ αδειάσουν τον τόπο εντός 30 ημερών. Η αντίδραση του κόσμου ήταν άμεση αλλά το θέμα παραμένει ανοιχτό μέχρι και σήμερα. Το σκεπτικό του Λιμενικού ήταν ότι η παρουσία τους αναιρούσε τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του αιγιαλού και κρινόταν επιβαρυντική για το περιβάλλον.
Αρκετοί είναι λοιπόν αυτοί που υποστηρίζουν ότι τα εκάστοτε καρνάγια- ταρσανάδες καταλαμβάνουν παραθαλάσσιες περιοχές, οι οποίες θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν διαφορετικά. Στην κατασκευή μουσείων για παράδειγμα. Αντιπροσωπεύουν επίσης, ένα είδος ναυπηγικής που έχει πεθάνει, μιας και τα περισσότερα ξύλινα σκάφη έχουν αντικατασταθεί με πλαστικά.
Πριν όμως να μπούμε στη λογική των επιχειρημάτων πρέπει να κρατήσουμε στο νου μας, ότι τα περισσότερα από αυτά τα μικρά ναυπηγεία έχουν έντονο ιστορικό χαρακτήρα και αποτελούν το μοναδικό πλέον φορέα της παραδοσιακής ναυπηγικής τέχνης, η οποία χάνεται χρόνο με τον χρόνο. Μια τέχνη πο ως μέλος της παράδοσης μας, οφείλουμε να την διαφυλάξουμε.