Με έκπληξη, σχεδόν ιλαροτραγική, διάβασα κι εγώ όπως πολλοί άλλοι την γραπτή απάντηση-αποδοκιμασία της δημοσιογράφου Σπυράκη. Αποδοκιμασία σε δημόσια αναφορά της Δήμητρας Γαλάνη για τη μεγαλύτερη δυσκολία αντιμετώπισης της οικονομικής ευρωπαϊκής χούντας συγκριτικά με τη χούντα των Συνταγματαρχών του1967-1974.
Μια δημοσιογράφος που παρά το γεγονός ότι υπηρετεί συνετά και με συνέπεια, ομολογουμένως, τη δουλειά της στα κατά καιρούς ρεπορτάζ που αναλαμβάνει για τα ΜΜΕ που της το ζητούν, αλλά δεν εκφράζει συνήθως δημόσια άποψη για τα τεκταινόμενα, θεώρησε ορθό να… σηκώσει τη δημοσιογραφικής πένα και να εκφραστεί με μένος κατά μιας καλλιτέχνιδας που διακονεί με αληθινό μόχθο την τέχνη της. Κατά μιας πολυσχιδούς και εμπνευσμένης δημιουργού , η οποία όμως δε ξεχνά – από τα χρόνια της χούντας μέχρι σήμερα – να εκφράζεται ανοιχτά και με ξεκάθαρο στίγμα για τα δρώμενα στην πολιτικοκοινωνική ζωή της χώρας.
Μάλλον η δημοσιογράφος ήθελε να παραστήσει έναν ιδεότυπο συστημικού «αντι-Αγγελάκα» στη δικαιολογημένη και ορθή από την πλευρά του απάντηση στην πολύκροτη επιστολή Κωστόπουλου, μετά την οικονομική καταστροφή της μιντιακής επιχείρησης του εκδότη. Αυτό που ξέχασε – ή δεν κατανόησε καλά – όμως η δημοσιογράφος είναι ότι ούτε ο Πέτρος Κωστόπουλος, παρά το δεδομένο ταλέντο του στην επικοινωνία, είναι σε οποιαδήποτε περίπτωση Δήμητρα Γαλάνη, κι ούτε πολύ περισσότερο η ίδια μπορεί να παραστήσει κάποια κάκιστη – έστω – απομίμηση του Γιάννη Αγγελάκα.
Επί της ουσίας του θέματος, η δημοσιογράφος αρκείται σε επιχειρήματα μηδαμινής τεκμηρίωσης και αισθητικής, αποδεικνύοντας απλώς τη θέρμη της να συμμετέχει στο συνεχώς και δημοφιλέστερου μπλοκ – ίσως και λόγων των δυσκολιών της εποχής – το οποίο ευστόχως περιφραστικά αποκαλείται «λαϊκισμός του αντιλαϊκισμού»! Ανταπάντηση, δε, στην επιχειρηματολογία της για τη μορφή, την έκταση της όντως πραγματοποιηθείσας αντίστασης επί της τελευταίας στρατιωτικής χούντας και γενικότερα τα όρια της, καθώς κι όσων εξακολουθούν να προσπαθούν να «χτίσουν» όνομα στο όνομά της, δίνει – άθελά του βεβαίως – ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης με τον προ δεκαετιών συνταγμένο ποίημα του «Νέοι της Σιδώνος» και με τον ανατριχιαστικό (παρεθεντικό και συμπυκνωτικό) στίχο στο πέρασμα των ετών και εποχών «Μας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;»…
Και για το τέλος μόνο αυτό. Αν και οι τελευταίοι τροχοί της άμαξας που αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως μέρος του συστήματος που έχει να χάσει από μια ριζοσπαστική αλλαγή κατεύθυνσης των πραγμάτων μπαίνουν στο χορό των υποδείξεων προς τους διαχρονικής αξίας και γνήσια λαϊκής απήχησης καλλιτέχνες, ακόμα σε πολλές περιπτώσεις και διανοούμενους, τότε μοιάζει τα λεγόμενα της κ. Δήμητρας Γαλάνη να είναι κατά πολύ εγγύτερα στην αλήθεια από όσο ως ΠΟΛΙΤΕΣ, όσοι (ξανα)προσπαθούμε να είμαστε τέτοιοι, μέχρι στιγμής δείχνουμε να αντιλαμβανόμαστε!