Εδώ και μήνες, ο καθημερινός τηλεθεατής των δελτίων ειδήσεων αισθάνεται σαν να παρακολουθεί το ίδιο σήριαλ σε επανάληψη. Το ανησυχητικό είναι ότι αυτό εξελίσσεται από θρίλερ σε δράμα και εδώ μπαίνει το ζητούμενο έως ποιο βαθμό θα αντέξει το ελληνικό κοινό ένα τέτοιο θλιβερό θέαμα, όταν μάλιστα ξέρει –ω! τι τραγική ειρωνεία!- ότι σ’ αυτό πρωταγωνιστεί το ίδιο.
Νέα μέτρα, τρόϊκα, μνημόνιο…Μισθοί, συντάξεις, περικοπές…Λέξεις των δημοσιογράφων που έχουν αποκτήσει σημασιολογικό περιεχόμενο εφάμιλλο μ’ αυτό του νυχτερινού εφιάλτη. Ανεργία, συσσίτια, άστεγοι… Εικόνες που αιχμαλωτίζει ο τηλεοπτικός φακός και μας πλήττει επίμονα και συστηματικά. Μήπως για να τις συνηθίσουμε (;;) Και δίπλα σ’ αυτό το μονότονο πλέον σκηνικό, οι διεκπεραιωτές των εναλλασσόμενων κυβερνητικών σχημάτων, οι διαχειριστές της «υπόθεσης» του ελληνικού έργου.
Και εμείς, οι υπόλοιποι, να παρακολουθούμε. Κάθε μέρα. Να μονολογούμε αγχωμένοι. Μέχρι να φτάσει η σειρά μας και βρεθούμε κι εμείς μέσα στην κορύφωση της πλοκής, με το ρολό ενός ακόμη θύματος, φυσικά.
Όχι, όμως. Πάντα υπάρχει και η άλλη επιλογή, ο άλλος δρόμος. Η «ανατροπή» του σεναρίου, το σφάλμα του σκηνοθέτη. Ας γλιστρήσουμε, έστω και τώρα, λίγο πριν το φινάλε, έξω από το πλάνο για το οποίο μας έχουνε προορίσει. Ας ρισκάρουμε μια άλλη, ανθρώπινη, πραγματική ζωή… Ποιος ξέρει… «Λέω: κι αυτό θα ’ρθει.
Και τ’ άλλο θα περάσει. Πολύ δε θέλει ο κόσμος. Ένα κάτι Ελάχιστο. Σαν τη στραβοτιμονιά πριν από το δυστύχημα. Όμως, Ακριβώς, Προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αρκετά λατρέψαμε τον κίνδυνο κι είναι καιρός να μας το ανταποδώσει.» (Οδ. Ελύτης)