Αυτές τις ώρες συζητείται το τελικό κυβερνητικό σχήμα που θα στηριχτεί, όπως όλα δείχνουν, από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ. Δεδομένου δεν πρέπει να θεωρείται τίποτα, ούτε καν σε ό,τι αφορά το πρόσωπο του Πρωθυπουργού, παρότι η ευμεγέθης αύξηση του ποσοστού της ΝΔ μέσα σε σαράντα ημέρες, φέρνει τον Σαμαρά ως επικρατέστερη επιλογή, χωρίς να μπορούν να αποκλειστούν και άλλες λύσεις, όπως αυτή του Φώτη Κουβέλη ή άλλου προσώπου κοινής αποδοχής στις τάξεις των κοινοβουλευτικών ομάδων των τριών κομμάτων.
Ισχυρή πρέπει να θεωρείται η διαπραγματευτική θέση της Δημοκρατικής Αριστεράς, η οποία μέσα σε κλίμα πόλωσης μεταξύ ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε έστω και περιορισμένα να αυξήσει τα ποσοστά της. Επειδή ένα πολυμελές κυβερνητικό σχήμα που να ικανοποιεί τα σημαίνοντα στελέχη των τριών εταίρων αφενός θα είναι προκλητικό για τις ανάγκες της εποχής κι αφετέρου θα δρα υπό το φόβο της ραγδαίας πολιτικής φθοράς των συμμετεχόντων, καθόλου δεν πρέπει να αποκλείεται οι τρεις αρχηγοί να καταλήξουν σε ένα μεικτό ευέλικτο σχήμα ορισμένων κορυφαίων στελεχών τους, που θα δίνουν τον πολιτικό τόνο του εγχειρήματος, και τη συμπλήρωσή τους σε παραγωγικά χαρτοφυλάκια από τεχνοκράτες, είτε πρόκειται για κάποιους υπηρεσιακούς που αξιολογήθηκαν ως ιδιαίτερα θετικές παρουσίες στα υπουργεία που ανέλαβαν να «τρέξουν» στο ενδιάμεσο των δύο εκλογικών αναμετρήσεων είτε για άλλα ικανά στελέχη που χαίρουν ευρύτερης εκτίμησης στους χώρους δραστηριοποίησή τους όσο κι από τους τρεις επικεφαλής.
Αυτό που, δε μπορεί παρά να, προβληματίζει τις ηγεσίες των τριών κομμάτων είναι η έλλειψη του απαραίτητο αριθμού των 180 Βουλευτών, κάτι που θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο στην περίπτωση που θελήσουν να εισάγουν στην ελληνική κοινωνία νομοθεσία που αγγίζει ζητήματα βαθύτερων αλλαγών ή δεσμευτικότητας σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου από το χρονικό εύρος της παρούσας κυβερνητικής εντολής. Η παράμετρος αυτή, της απουσίας ενός Βουλευτή για την κατάκτηση αυξημένης πλειοψηφίας από το σχηματιζόμενο κυβερνητικό συνασπισμό, δίνει μεγαλύτερα αντιπολιτευτικά περιθώρια και στον ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, ο οποίος ως αξιωματική αντιπολίτευση θα επιχειρήσει να ξεκαθαρίσει περαιτέρω το στίγμα του, για να πείσει την κοινωνία περί της ικανότητας ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών σε σύντομο χρόνο, και να ηγηθεί του αντιπολιτευτικού έργου, έχοντας τη δυνατότητα να αποδομήσει πλήρως οποιοδήποτε άλλο κόμμα της αντιπολίτευσης σκεφθεί, έστω, να παράσχει την πλειοψηφία των 180 Βουλευτών στον κυβερνητικό σχηματισμό, αν κάτι τέτοιο σε κάποια δεδομένη στιγμή κριθεί απαραίτητο.
Σε κάθε περίπτωση, για τη βιωσιμότητα της όποιας νέας κυβέρνησης πολλά θα κριθούν από τη διάθεση της Ε.Ε. και των ηγέτιδων δυνάμεών της για σχετική, έστω, αλλαγή κατεύθυνσης της στείρας, υφεσιακής και σίγουρα «αναπτυξιοκτόνας», έως τώρα ακολουθούμενης πολιτικής. Σε διαφορετική περίπτωση εξέλιξης των πραγμάτων, οι προσδιοριζόμενες ή και αυτό-προσδιοριζόμενες ως προοδευτικές δυνάμεις του υπό διαμόρφωση κυβερνητικού σχηματισμού θα απαξιωθούν ταχύτατα υπέρ μιας σημαντικής περαιτέρω μεγέθυνσης του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καθώς, παράλληλα, οι συνέπειες για την ελληνική κοινωνία θα έχουν εξελιχθεί από εξαιρετικά δυσβάσταχτες σε οριστικά αβάσταχτες!