Η ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα στα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθεί να κυμαίνεται σε επικίνδυνα για το περιβάλλον και την υγεία επίπεδα, διαπιστώνει σε νέα έκθεσή του ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ). Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι η μείωση της μέσης ανθρώπινης ζωής κατά οκτώ μήνες από καρκίνο και καρδιαγγειακές παθήσεις και κατά δύο χρόνια σε περιοχές όπως οι βιομηχανικές ζώνες της ανατολικής Ευρώπης. Βασικό πρόβλημα παραμένει η αιωρούμενη σωματιδιακή ύλη, με τους συντάκτες της έκθεσης να επισημαίνουν επικαλούμενοι στοιχεία του 2010, ότι το 21% του πληθυσμού των πόλεων εκτίθενται σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από τα όρια που η Ε.Ε. θεωρεί ασφαλή. Έως και τρεις στους δέκα κατοίκους εκτίθενται σε συγκεντρώσεις μικροσωματιδίων PM2,5 μεγαλύτερες από τον ετήσιο στόχο που έχουν θέσει οι «27». Αλλη σημαντική απειλή αποτελεί το όζον, το οποίο μπορεί να προκαλέσει αναπνευστικά προβλήματα. Τα επίπεδα έκθεσης είναι και σε αυτήν την περίπτωση υψηλά, ενώ οι χώρες της Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, είναι αυτές που επηρεάζονται περισσότερο, λόγω της ηλιοφάνειας. Σύμφωνα με την έκθεση του ΕΟΠ, το 2010, το 97% των κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτέθηκαν σε συγκεντρώσεις όζοντος υψηλότερες από αυτές που θεωρεί ασφαλείς ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας – και 17% υψηλότερες σε σχέση με τα ευρωπαϊκά επίπεδα ασφαλείας. «Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει μειώσει τις εκπομπές πολλών ρύπων την τελευταία δεκαετία, όμως μπορούμε να προχωρήσουμε περισσότερο», αναφέρει σε γραπτή δήλωσή της η εκτελεστική διευθύντρια του ΕΟΠ Ζακλίν Μαγκλέιντ. «Σε πολλές χώρες, οι συγκεντρώσεις ρύπων στον αέρα παραμένουν πάνω από τα νόμιμα και συνιστώμενα όρια που έχουν τεθεί για την προστασία των Ευρωπαίων πολιτών». Από την πλευρά του ο κοινοτικός επίτροπος αρμόδιος για θέματα περιβάλλοντος Γιάνες Ποτότσνικ δήλωσε ότι θα επικεντρωθεί στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας γύρω από την ποιότητα του αέρα.