member of

Τεχνικά θέματα ναυτιλίας (μέρος 2ο)

191893238Διόρθωση πορείας

Όταν ξεκινάμε το ταξίδι μας γνωρίζουμε φυσικά την πορεία που πρέπει να ακολουθήσουμε. Γνωρίζουμε ακόμη και την ταχύτητά μας όπως τη βλέπουμε στο δρομόμετρο, η οποία πρόκειται για την ταχύτητα που κινείται το σκάφος ως προς το νερό και όχι για την πραγματική ταχύτητα που κινούμαστε σε σχέση με τον προορισμό μας.

Δεν γνωρίζουμε όμως, την πλάγια κίνηση που μπορεί να έχει το σκάφος από την έκπτωση του ανέμου, τον κυματισμό ή τα θαλάσσια ρεύματα γενικής κυκλοφορίας που ενδεχομένως να υπάρχουν. Την κίνηση αυτή, όπως θα δούμε στη συνέχεια, μπορούμε να τη διαπιστώσουμε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και να την αξιοποιήσουμε κατάλληλα.

Μια καλή συνήθεια είναι όταν ταξιδεύουμε, ξεκινώντας από ένα ακριβές στίγμα (το σημειώνομε επάνω στο χάρτη με ένα μικρό κύκλο και τελεία στο κέντρο του) ανά τακτά χρονικά διαστήματα με βάση την αληθή πορεία και ταχύτητα του δρομόμετρου μας να αποτυπώνουμε και το στίγμα αναμετρήσεως (το σημειώνουμε με μικρό κύκλο χωρίς τελεία). Στα δύο αυτά στίγματα πρέπει να σημειώνεται και η ώρα. Το στίγμα εξ αναμετρήσεως το σημειώνουμε κάθε ακέραια ώρα ενώ το ακριβές στίγμα που συνήθως λαμβάνεται από κάποια παρατήρηση, όποια ώρα το προσδιορίσουμε. Το επόμενο πάντως στίγμα εξ αναμετρήσεως το σημειώνουμε πάντα την αμέσως επόμενη ακέραια ώρα. Αν δηλαδή το ακριβές στίγμα το προσδιορίσουμε στις 10:15 το αμέσως επόμενο στίγμα εξ αναμετρήσεως το σημειώνουνε στις 11:00. Μπορούμε έτσι να γνωρίζουμε συνέχεια το σημείο στο οποίο έπρεπε να βρισκόμαστε. Αν κάποια στιγμή διαπιστώσουμε το πραγματικό στίγμα μας, τότε η γραμμή που ενώνει αυτό το στίγμα με το στίγμα εξ αναμετρήσεως της ίδιας ώρας φυσικά, αποτελεί το άνυσμα της έκπτωσης κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας (το άνυσμα έχει διεύθυνση και μέγεθος ).

poreia

Έχοντας υπόψη αυτά, ας υποθέσουμε ότι θέλουμε να εκτελέσουμε το ταξίδι από το Α προς το Β όπως δείχνει το Σχήμα 2. Ο άνεμος είναι από αριστερά μας, από βόρειες διευθύνσεις. Υποθέτουμε από την εμπειρία μας ότι ταξιδεύοντας με τα πανιά θα έχουμε μία έκπτωση προς τα δεξιά 20 περίπου μοιρών και για να κινηθούμε στο ίχνος ΑΒ ακολουθούμε πορεία 070 μοιρών. Η μέση ταχύτητά μας όπως δείχνει το δρομόμετρο φαίνεται να είναι 5 μίλια ανά ώρα. Από το σημείο Α χαράζουμε την πορεία μας και σημειώνουμε στο Γ τη θέση εξ αναμετρήσεως Σε μία ώρα διαπιστώνουμε από το GPS ή και με άλλο τρόπο ότι το στίγμα μας βρίσκεται στο σημείο Δ. Αυτό σημαίνει ότι στο χρονικό αυτό διάστημα της μιας ώρας η πλάγια έκπτωση του σκάφους μας είναι το διάνυσμα ΓΔ που σημειώνεται με τα τρία βελάκια. Η γωνία έκπτωσης είναι η ΓΑΔ, που είναι έστω 30 μοίρες και όχι η ΓΑΒ που είχαμε υποθέσει ξεκινώντας το ταξίδι μας αλλά και το ίχνος επάνω στο οποίο κινηθήκαμε δεν είναι το ΑΒ αλλά το ΑΔ που το σημειώνουμε με τα δύο πράσινα βελάκια. Είχαμε δηλαδή μία έκπτωση μεγαλύτερη απ’ αυτή που υπολογίσαμε στην αρχή κατά 10 μοίρες και ακολουθήσαμε ίχνος 100 μοιρών αντί των 090 που θέλαμε. Επίσης η πραγματική ταχύτητα που κινηθήκαμε προς το Β με αμελητέο σφάλμα μπορούμε να θεωρήσουμε ότι δίνεται από το άνυσμα ΑΔ.

Οι ενέργειες που μπορούμε να κάνουμε εδώ, χωρίς να είναι απαραίτητα οι μοναδικές είναι: (α) να επανέλθουμε στο αρχικό ίχνος ΑΒ και να συνεχίσουμε το ταξίδι μας επάνω σ’ αυτό, (β) να κινηθούμε σε ένα παράλληλο ίχνος με το ΑΒ και (γ) να κατευθυνθούμε κατ΄ ευθείαν από το σημείο Δ προς το προορισμό μας Β επάνω στο ίχνος ΔΒ, όπως δείχνει το Σχήμα 2γ.   Η ενέργεια που μας συμφέρει να κάνουμε θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, ακόμη και από τη διάθεσή μας και θα το αποφασίσουμε εκείνη τη στιγμή.  

Η πρώτη περίπτωση φαίνεται στο σχήμα 2α και αυτό που συνήθως κάνουμε , με αμελητέο σφάλμα, είναι να διορθώσουμε την πορεία μας κατά το διπλάσιο της έκπτωσης. Αν δηλαδή η γωνία ΒΑΔ είναι π.χ. 10 μοίρες, να διορθώσουμε την πορεία μας στις 050 μοίρες (070-2*10=050). Να ακολουθήσουμε αυτή την πορεία για χρόνο ίσο μ’ αυτόν που ταξιδέψαμε, μία δηλαδή ώρα εδώ και να επανέλθουμε στη συνέχεια στην αρχική πορεία μας μειωμένη κατά την έκπτωση των 10 μοιρών, δηλαδή στις 060 μοίρες (070-10=060).

Η δεύτερη περίπτωση φαίνεται στο σχήμα 2β. Εδώ μειώνουμε απλά την πορεία μας κατά την επί πλέον έκπτωση, δηλαδή στις 060 μοίρες (070-10=060) και κινούμαστε παράλληλα προς το αρχικό ίχνος ΑΒ.

Η τρίτη περίπτωση που φαίνεται στο σχήμα 2γ δίνει τη σωστότερη λύση στο πρόβλημα. Εδώ είναι όλα τα στοιχεία γνωστά. Η πορεία φυσικά ΔΒ, αλλά και το ακριβές άνυσμα ΓΔ της έκπτωσης και μπορούμε να επιλύσουμε απλά το τρίγωνο ταχυτήτων, όπως σημειώσαμε την προηγούμενη φορά.

Από το σημείο Δ, αρχή δηλαδή του ίχνους που θέλουμε να ακολουθήσουμε, γράφουμε το γνωστό άνυσμα της έκπτωσης ΔΕ. Εδώ ,μεταφέρουμε απλά το ΓΔ που είναι το άνυσμα μιας ώρας, στο ΔΕ. Με κέντρο το σημείο Ε και άνοιγμα του διαβήτη μας ίσο με την ταχύτητα μιας ώρας, σε αυτήν την περίπτωση το ΑΓ, γράφουμε τόξο που τέμνει το ακολουθητέο ίχνος στο σημείο Ζ. Τότε το ΔΖΕ είναι το νέο τρίγωνο ταχυτήτων. Η γραμμή ΕΖ με το μονό βελάκι είναι η πορεία που πρέπει να ακολουθήσουμε για να κινηθούμε επάνω στο ίχνος ΔΒ. Το άνυσμα ΔΖ είναι η πραγματική ταχύτητα και με βάση αυτό το άνυσμα της μίας ώρας όπως το ορίσαμε και την απόσταση ΔΒ θα υπολογίσουμε με μεγάλη ακρίβεια τον πιθανό χρόνο αφίξεως στον προορισμό μας στο σημείο Β.

Όλα όσα περιγράψαμε παραπάνω ισχύουν προφανώς μόνο αν διατηρηθούν σταθερά τα στοιχεία πλεύσης. Στην περίπτωση που ταξιδεύουμε με τη μηχανή τα πράγματα είναι μάλλον πιο απλά. Με τα πανιά όμως γίνονται δυσκολότερα. Από το ακριβές στίγμα Δ χαράζουμε τη νέα πορεία μας και εξακολουθούμε, σύμφωνα με όσα σημειώσαμε στην αρχή να παρακολουθούμε και σημειώνουμε τα στίγματα εξ αναμετρήσεως.

Η επιλογή μιας από τις δύο τελευταίες λύσεις, δηλαδή της 2β ή 2γ που μας οδηγούν να κινηθούμε έξω από το ίχνος που αρχικά χαράξαμε κάτι που πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή, ώστε ο χώρος που θα κινηθούμε να είναι ελεύθερος από εμπόδια και να μην υπάρχουν φυσικά και άλλοι απαγορευτικοί λόγοι.