Με τον όροέρμα, χαρακτηρίζουμε το σύνολο των βαρών που τοποθετούνται στον πυθμένα ή στην καρένα των σκαφών, ώστε να αυξηθεί η ευστάθεια τους. Η σημασία που έχει το έρμα στα ιστιοφόρα είναι τεράστια, καθώς η ευστάθεια των σκαφών εξαρτάται άμεσα από αυτό!
Χωρίς έρμα, ένα μονόκυτο ιστιοπλοϊκό θα έχανε την ευστάθεια του και θα αναποδογύριζε. Έχουν συμβεί πολλά ατυχήματα
στο παρελθόν, και γι’ αυτό, οι ναυπηγοί δίνουν πλέον τη δέουσα σημασία στην κατασκευή του έρματος.
Υπάρχουν δύο ειδών έρματα: το μόνιμο (permanent ballast), που συνήθως αποτελείται από μεταλλικά βάρη με τσιμέντο, που τοποθετούνται στον πυθμένα μικρών σκαφών και το προσωρινό ή κινητό (mobile ballast), που συνήθως αποτελείται από θαλασσινό νερό (water ballast), με το οποίο γεμίζονται οι ειδικές δεξαμενές ζυγοστάθμισης ή αλλιώς δεξαμενές έρματος (ballast tanks).
Αναφορικά με το μόνιμο έρμα, θα παραθέσουμε ένα παράδειγμα: η καρένα του σκάφους μπορεί να είναι φτιαγμένη από κράμα Μόλυβδου και Αντιμονίου ή για πιο οικονομικά, από χυτοσίδηρο, με τα ανάλογα βάρη. Το έρμα μπορεί να τοποθετηθεί στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ενός σκάφους. Τα τελευταία χρόνια, επιλέγεται το δεύτερο από τα σύγχρονα ιστιοπλοϊκά, γιατί δίνοντας στο έρμα σχήμα υδροδυναμικής διατομής, μειώνουν την αντίσταση στην κίνηση.
Όσοι έχουν τοποθετημένο το έρμα εσωτερικά μπορεί να έχουν το πλεονέκτημα της προφύλαξης από την ηλεκτρόλυση, ωστόσο το σκάφος χάνει χρήσιμο εσωτερικό όγκο και επιπλέον μπορεί η κατασκευή να στοιχίσει πολλά περισσότερο χρήματα, από την συντήρηση του εξωτερικού έρματος.
Στο εξωτερικό έρμα μπορεί να προστεθεί εξάρτηση, που θα μειώσει ακόμη περισσότερο την αντίσταση. Ο λόγος για τις «τζαβέτες», που πρέπει να είναι φτιαγμένες από πολύ καλό υλικό, όπως ο ανοξύδωτος χάλυβας ή το κράμα Χάλκο-Νικελίου, για να αντέξουν στα στοιχεία της φύσης. Ο αριθμός των τζαβετών ορίζεται πάντα από τον υπολογισμό στους κανονισμούς του Νηογνώμονα, αλλά εξαρτάται και από το πάχος και την τοπική ενδυνάμωση του σκάφους, καθώς και την μακροπρόθεσμη κατάσταση του.
Αξιοσημείωτο είναι, ότι για να αποφευχθεί ζημιά στο έρμα, καλό είναι σε περίπτωση προσάραξης, αυτό να έχει την ιδιότητα να παραμορφώνεται απορροφώντας την ενέργεια του σκάφους. Για να γίνει κατανοητό θα σας πούμε ότι το μολύβδινο έρμα παραμορφώνεται πολύ περισσότερο απ’ ότι από αυτό του χυτοσίδηρου. Αυτός είναι και ο λόγος, που το δεύτερο χρειάζεται μεγαλύτερη ενίσχυση μέσα στο σκάφος, για να αντισταθεί στο χτύπημα μιας προσάραξης.
Το κινητό έρμα έχει δύο μορφές, την στερεά και τη ρευστή. Αρχικώς να εξηγήσουμε ότι στη στερεά του μορφή έχουμε το λεγόμενο περιστρεφόμενο έρμα, που μπορεί να τοποθετηθεί, είτε εγκάρσια στον άξονα, είτε διαμήκως. Ο πρώτος τρόπος είναι και ο συνηθέστερος, καθώς ο δεύτερος έχει εφαρμοστεί μόνο σε λίγα αγωνιστικά σκάφη ανοιχτής θαλάσσης, και μπορεί να ήταν επιτυχής, ωστόσο προϋποθέτει υψηλή τεχνολογία, κάτι που δεν είναι προσοδοφόρο για τους κατασκευαστές μαζικής παραγωγής.
Το ρευστό έρμα ουσιαστικά είναι το θαλασσινό νερό! Έτσι, αναλόγως με τις καιρικές συνθήκες και την ταχύτητα που θέλουμε να έχουμε, μπορεί να προσθαφαιρείται νερό στα έρμα, ώστε να έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Το ρευστό έρμα το έχουν υιοθετήσει όλα τα μικρά ιστιοπλοϊκά (έως και 9 μέτρα), καθώς είναι πιο εύκολο έτσι να ρυμουλκηθούν και να μπορούν να τραβηχτούν από αυτοκίνητα στο δρόμο.
Άκρως ενδιαφέρον είναι ότι τα μεγαλύτερα σκάφη, που διαθέτουν στερεό έρμα, μπορούν να τοποθετήσουν κινούμενο ρευστό πλευρικό ερματισμό, εγκάρσια με το φυσικό Κέντρο Πλευστότητας (ΚΠ) του σκάφους. Με αυτό τον τρόπο καταφέρνουν να μην μετακινείται το ΚΠ, όταν το σκάφος κινείται ανερμάτιστο, αλλά και να αυξηθεί η ικανότητα του σκάφους στην ιστιοφορία.
Συντήρηση
Να σημειώσουμε ότι η διάρκεια ζωής ενός πλοίου επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις συνθήκες διάβρωσης, ιδιαίτερα από εκείνες που επικρατούν στις δεξαμενές έρματος. Προκειμένου λοιπόν, να διασφαλιστεί μεγάλη διάρκεια ζωής, το σκάφος θα πρέπει να προστατεύεται με ένα σύστημα υψηλής ποιότητας, το οποίο έχει εφαρμοστεί σωστά, από το στάδιο ακόμα της κατασκευής.
Παράλληλα, θα πρέπει να καταρτίζεται ένα πρόγραμμα τακτικών επιθεωρήσεων και συντηρήσεων, στα πλαίσια των οποίων θα διαπιστώνονται και, εάν χρειάζεται, θα επιδιορθώνονται με κατάλληλη επίστρωση τυχόν ζημιές. Με αυτό τον τρόπο, αποτρέπονται σοβαρά προβλήματα στα έρμα και σίγουρα αυξάνεται και η αντοχή τους.